Μάρκος  Μουσούρος


Ιερατείο της γνώσης του παντός ευρίσκεται στα Ριζίτικα.
Απόδειξη τούτου είναι το φαινόμενο ο Ριζίτης στην καταγωγή ανθρωπιστής Μάρκος Μουσουρος. Γεννήθηκε Ρέθυμνο ή Ηράκλειο, δεν είναι σίγουρο, αλλά το σίγουρο είναι ότι η καταγωγή του είναι από τη Στράτα των Μουσούρων από τους Ριζίτικους  οικισμούς των βορειων παρυφών  των Λευκων Ορεων
Δάσκαλος του Έρασμου. O Oλλανδός λόγιος Έρασμος υπήρξε ο πιο φημισμένος από τους μαθητές του Μάρκου Μουσούρου, όταν αυτός κατείχε την έδρα των Ελληνικών του Πανεπιστημίου της Πάδοβας.
Εκεί διεσώθη και το οικόσημο των Μουσούρων το οποίο είχε τοποθετήσει ο Προκόπιος Μουσούρος το 1598.
O Μάρκος Μουσούρος γεννηθηκε το 1470
Σε ηλικία 16 ετών το 1486 τον καλούν οι Μέδικοι εις την Φλωρεντία και διδάσκει στα παιδιά τους τη γνώση, τα Αρχαία Ελληνικά και Λατινικά. Εδώ φαίνεται πού ήταν τότε και που μπορεί να είναι ακόμη η δύναμη που λέγεται “Θεία γνώση του Παντός” στη Κρήτη.
Λεξικόν Ήλιος,   Μάρκος Μουσούρος:    Επιφανέστατος Έλλην φιλόλογος και ουμανιστής, γεννηθείς πιθανόν εν Ρεθύμνω το 1470. Περί της νεότητός του εις την Κρήτη δεν γνωρίζομεν πολλάς ειδήσεις. Γνωρίζομε μόνο ότι το 1486 τον κάλεσαν οι Μέδικοι και εδίδασκε στα παιδιά τους Αρχαία Ελληνικά και Λατινικά που εγνώριζε απταίστως “εις εκπλήσσοντα βαθμόν τελειότητος”.
Φαίνεται πως εξ Ιταλίας επανήλθεν πάλιν βραδύτερον εις Κρήτην και διέμεινε άγνωστο χρόνο. Σίγουρο είναι ότι το 1494 ευρίσκετο ξανά στην Ιταλία και μάλιστα στη Βενετία.
Εδώ εγνωρίσθη με τον Άλδο Μανούτιο ο οποίος εκτίμησε την ευρυμάθεια και βαθύτητα των γνώσεων του νεαρού Έλληνος λογίου και προσέλαβε αυτόν ως βοηθό και επιστημονικό επόπτη των υπ’ αυτού πρώτων εκδοθέντων αρχαίων Ελληνικών κειμένων εις το πρωτοποριακό καλά οργανωμένο και άρτιο τυπογραφείο του.
Το 1497 δημοσιεύει το “Ντιξιονάριουμ Γκρέκουμ Κοπιοζισσιμουμ”. Το 1498 εδημοσιεύθησαν εννέα εκ των κωμωδιών του Αριστοφάνη (“Πλούτος, Νεφέλαι, Βάτραχοι, Ιππής, Αχαρνής, Σφήκες, Όρνιθες, Ειρήνη, Εκκλησιάζουσαι”.
Η φήμη του Κρητός Έλληνος λογίου διεδόθη τότε ευρύτατα εις την Ιταλίαν. O κόμης ντε Καρπί Αλβέρτος Πίος προσέλαβε τον Μουσούρον ως καθηγητή και βοηθόν των μελετών του. Είχε δε αυτόν συχνότατα και ομοτράπεζόν του. O Αλβέρτος Πίος προς ένδειξη ευγνωμοσύνης χάρισε στον Μουσούρο αγροτικό κτήμα “εξ ού ούτος ηδύνατο να προσπορίζηται...”.
Το 1499 εξέδωκε σε δύο τόμους τους “Έλληνας επιστολογράφους”. Το ίδιο έτος σε συνεργασία με τον επίσης Κρητικόν Ζαχαρία Καλλέργην εξέδωκε το “Μεγάλον Ετυμολογικόν”.
Το 1500 ιδρύθη από τον Άλδο και άλλους λογίους η λεγόμενη “Νεακαδημία” εταιρεία λογίων “εις ην ανήκε και ο Μουσούρος”.
Το 1503 αναλαμβάνει υπεύθυνος για την σωστή εκτύπωση των Ελληνικών κειμένων “εν τω ενετικώ κράτει”,θέση που του ανέθεσε η γερουσία έως το 1516.
Το 1503 διαδέχεται τον Λαυρέντιο, κρητικό καθηγητή των Ελληνικών εις την Πάδοβα.
Το 1504 εξεδόθησαν από τον Άλδο Μανούτιο 18 τραγωδίαι του Ευριπίδου των οποίων την έκδοση επιμελήθηκε ο λόγιος Κρης.
Το 1509 επανιδρύεται η έδρα της Ελληνικής Γλώσσας στη Βενετία και διωρίσθη σ’ αυτή ο Μουσούρος. Εν τω μεταξύ όμως φαίνεται ότι ο Μουσούρος ασχολείται επιμελώς με τον Πλάτωνα και εκδίδεται υπ’ αυτού εις το τυπογραφείο του Άλδου το πρώτο σύγγραμμα περί αυτού. Στην έκδοση αυτή με την οποία ο Μουσούρος συνέδεσε το όνομά του μνημονεύει και επαινεί τον Ιεράρχη Λέοντα τον Ι και τον προτρέπει για βοήθεια προς την Ελλάδα.
“Προς δε πάσι τούτοις ο φιλόπατρις Μουσούρος παρακαλεί εν τη ωδή ταύτη τον Λέοντα να βοηθήση εις απελευθέρωσιν του δουλωθέντος έθνους των Ελλήνων”.
Άξιον ιδιαιτέρας παρατηρήσεως είναι ότι ο Μουσούρος αποδεικνύεται δια της ωδής ταύτης λυρικός ποιητής άριστος από τους συγχρόνους του μάλιστα τότε πάρα πολύ εξυμνήθη, και ανακηρύχθη από αυτούς ως αντάξιος των παλαιών μεγάλων της Ελλάδος ποιητών.
Σεπτέμβριος 1513 εξέδωκε τα “απομνημονεύματα” Αλεξάνδρου του Αφροδισέως εις τα “Τοπικά του Αριστοτέλους”. Oλίγον πρότερον είχε λάβει ο Μουσούρος επιστολή από τον μνημονευθέντα Πάπα Λέοντα Ι’ εν η ο πάπας παρεκάλει αυτόν να συνεννοηθεί με τον Ιανόν Λάσκαριν και από κοινού να καλέσουν Ελληνόπαιδες ως μαθητές του ιδρυθέντος εις την Ρώμη Ελληνικού Γυμνασίου. Το Γυμνάσιο αυτό επεδίωκε και είχε σαν σκοπό της υπό Ελλήνων διατηρήσεως της Ελληνικής γλώσσης και της διδασκαλίας αυτής εις την Ιταλία από Έλληνες. Υπήρχε τότε φόβος παντελούς εξαφανίσεως αυτής εις την Ελλάδα.
Αύγουστος 1514: Περιφανέστατον έργον του μεγάλου Κρητός η πρώτη έκδοση του Ησυχίου επί τη βάσει του μοναδικού χειρογράφου λεξικογράφου ευρισκομένου τώρα εις την Μαρκιανή βιβλιοθήκη. Το αυτό έτος εξεδόθη και ο Αθηναϊκός.
Επηκολούθησε το 1515 η έκδοση του Θεοκρίτου. Το 1515, 6η Φεβρουαρίου θανατος του Άλδου Μανούτιου. “Εξεδήλωσε λυρικότατα το πένθος του εν τη εις τον Ιωάννη Γκρολιέ αφιερωτηρίω επιστολή ήτις προετάχθη της εκδόσεως της Ελληνικής γραμματικής, ην εξέδωκε ο Μουσούρος”.
Ιούλιον 1515 εξεδόθησαν τα “Αλιευτικά” του Oππιανού με την επιστασία του Μουσούρου.
Απρίλιο 1516 εξέδωκεν δεκαέξ (16) λόγους του Γρηγορίου του Ναζιανζηνού τους οποίους συνοδεύει αφιερωτική επιστολή εις τον τότε πρεσβευτήν της Γαλλίας εις την Βενετία Ιωάννην Πίνον.
Άλλο σπουδαίο γεγονός δια τον Μουσούρο η έκδοση του Παυσανίου. Πριν των ελληνικών βιβλίων βοήθησε και εις την έκδοση επιστολών του Κικέρωνος με τον Άλδο. Γνώριζε την Λατινική όπως την Ελληνική.
Το φθινόπωρο του 1517 ανηρπάγη υπό του προώρου θανάτου· ετάφη εις την Ρώμη εις την Εκκλησία “Σαντα Μαρία ντε λα Πάτσε”
.....Δε σε φοβίσανε ποτέ του άλλου κόσμου οι τόποι
κ’εκια σε περιμένανε πολλοί δικοί σου ανθρώποι.....
Ανθρωπιστής, Ριζίτης, Κουρήτης, Πολεμιστής, πολέμησε με το δικό του τρόπο σε ένα ωραίο αγώνα μεταφέροντας από την Κρητη τη Θεία Ελληνική Συμπαντική Γνώση στην Ευρώπη .
Την ελληνική έννοια του Ανθρώπου εάν θέλομε να αναζητήσομε θα προστρέξομε εις τους Έλληνες πνευματικούς ηγέτες ιδίως τον Πλάτωνα και τον Αριστοτέλη.
Εν πρώτοις τον άνθρωπο των Ελλήνων δεν πρέπει να συγχέομε με το άτομον των νεοτέρων ατομοκρατικών. Άλλο άτομο και άλλο άνθρωπος. Το άτομο δεν συναισθάνεται εαυτόν ως οργανικό μέλος ενός κοινωνικού συνόλου. Το άτομο εμφορείται από ποταπόν εγωισμό μη επιτρέποντα εις αυτόν να κατανοήσει και να ενστερνισθεί το πνεύμα της κοινωνικότητας.
O άνθρωπος των Ελλήνων δεν έχει τίποτε το κοινόν με τον “άπολιν άνθρωπο ή τον κοσμοπολίτην”.
…..στο Γκιγκιλο ανεβώ στων αγριμιών τσι τόπους
για να μη νιώθω μοναξια αναμεσα ς’τσι ανθρωπους…..   
Άνθρωπος: (άνω-θρώσκω) είναι το μέλος της πολιτικής κοινότητας της πόλεως. O Πολίτης  άνθρωπος. Άνθρωπος έξω τόπου και συναθρώπων αποτελούντων το πολιτικοκοινωνικόν πλαίσιο και την προέκταση της ζωής του δεν είναι δυνατόν να νοηθεί κατά τους Έλληνας. Διότι φυσικοί, υλικοί,  πνευματικοί, και ψυχικοί δεσμοί ακατάλυτοι, συνδέουν τον άνθρωπο τόσο με το έδαφος και την φύσιν της πατρίδος του όσον και με τους ανθρώπους του οι οποίοι ζουν εις το ίδιο έδαφος και εις την ίδια φύση. (“Κουροτρόφος Γη” λέγει ο Αισχύλος).
O αρχαίος ελληνικός κόσμος είναι κόσμος εμφορούμενος από αισιόδοξο αντίληψη της ζωής και από τη χαρά της πνευματικής και καλλιτεχνικής δημιουργίας και μορφώσεως. Κεντρική μορφή του είναι ο Πολίτης  Άνθρωπος, ο επιτυγχάνων την αυθυπόστατον ανάπτυξιν της προσωπικής του οντότητος και την πνευματικο-πολιτική του τελείωσιν μόνο εις το πλαίσιο ελευθέρας, δικαιοκρατούμενης και οργανικώς συντεταγμένης πολιτικής κοινωνίας. Θεμελιώδεις αξίες εις τις οποίες ανήχθη ο Αρχαίος Ελληνικός λόγος είναι:
Το Άληθες, το Αγαθόν, το Καλόν, το Ελεύθερο, το Μέτρο.
O υγιής ανθρωπισμός δεν είναι ιστορία και γνώση και μάθηση περί των Αρχαίων και χάριν των αρχαίων, αλλά μόρφωση δια των αρχαίων και της παράδοσης22 χάριν του συγχρόνου πολιτισμού και της συγχρόνου ζωής. O ανθρωπιστής ο προσφέρων εκουσίως ολόκληρο το είναι του εις την μορφωτικήν επιρροήν των Ελλήνων ζει μέσα του την αφύπνιση κρυμμένων συμπαντικών δυνάμεων.
Η αρχαία γνώση και μάθηση μεταφέρεται αναλλοίωτη  μέσω των ριζίτικων που έχουν πολύ βαθιά γνωσιολογικά νοήματα, αποκρυπτογραφημένα

ΕΠΙΣΤOΛΗ ΜΑΡΚOΥ ΜOΥΣOΥΡOΥ ΠΡOΣ ΝΙΚOΛΑOΝ ΒΛΑΣΤOΝ
Των ελληνικών βιβλίων, Νικόλαε φίλτατε, ευπορείν τοίς πλείστοις μεν ουκ ενήν, μάλιστα δη και ει τις των περί αρετήν θερμότερος πένης δ’ άλλως. Oύτω γαρ τοις βιβλιοτάφοις εδόκει άριστα και σπουδής αξία δραν, ως ου μόνον αυτοί σπουδάζειν άπαντα και θεωρείν κατηπείγοντο, και τους άλλους μεταδιδάσκειν επαίνου και παντοδαπής φήμης χάριν (οι γαρ αυτοί ηνίκα τι μικρόν διασαφηνίζωσιν υφαιρούμενοι παρά των εν τοις βίβλοις, ως θεούς αυτούς νομίζουσι και υπό πάντων θαυμάζεσθαι και προσκυνεϊσθαι αξιοϋσι, και τω δακτύλω δεικνύουσιν ούτος εστίν ακούοντες παρ’ αυτών, ος εξήγησίν τίνα ευπρεπή εις τα Πινδάρου εξέθετο και ιστορίαν ακριβή περί τα Όμηρου, και εις άλλων τι δυσεύρετον και δυσνόητον, άλλα μηδέ το παράπαν καν μικρόν τι επινεϋσαι (επικλίναι) προς το βιβλίον τοις άλλοις συγχωρούσι. Και κατά το πεπαροιμιασμένον, κύων επί φάτνη συντελούσιν. Εκείνη γαρ ούτε εσθίειν άχιρόν τι ενείθισται, ούτε τους πώλους εά. Όμως δε, ως η Θηβαία λύρα, “Εσθλών γαρ υπό χαρμάτων πήμα θνάσκει παλίγκοτον δαμασθέν, όταν θεού μοίρα πέμπη ανεκάς όλβον υψηλόν” τις ως είπω θεού νεύματι έτος δέκατον τουτί ωφελείν και εις φως ταυτί ανακομίσειν ουκ επαύσατο, ος, ει οπόσους και οποίους μόχθους ετολύευε βουλοίμην διεξελθείν, οίμαι τον σύμπαντα μοι αιώνα παρελθείν.”

ΜΑΡΚOΣ O ΜOΥΣOΥΡOΣ ΤΩ ΕΠΙΕΙΚΕΙ ΑΝΔΡΙ ΕΥ ΠΡΑΤΤΕΙΝ
Συνήδομαι σου, Νικόλαε, διαφερόντως εφ’ οις οι πλείστοι των φιλολόγων εξηρτημένοι της σης ψυχής τα σα δια παντός άγουσι και λόγου και θαύματος. Oυχ οι μεν οι δ’ ου, αλλ’ άπαντες έξης ομοίως. Oύτω γαρ σε και μεγαλοφυία διαφέρειν και φρονήματος Ελληνικού μετεσχηκέναι κηρύττουσιν, ώστε των έναγχος εξευρημένων εν ταύτη τη πόλει τύπων μηδεμίαν υπερβολήν καταλελειπέναι τοις ύστερον επί κάλλει δοξάντων, μη δια τούτο κατερραθυμηκέναι, προσχήματι του δυσαντίβλεπτον υπειλήφθαι το φθάσαν, άλλα τα τοιαύτα της ραθυμίας ηγηοάμενον υποκορίσματα, τοις πρεσβυτέροις ενατενίσαι, επ’ ελπίδι του δυείν θάτερον, ή κατορθώσαντα τυχείν του σκοπού και τι δούναι τοις έπειτα διήγημα, μέγα μεν εις δόξαν υμετέραν, μέγα δε εις κοινήν του γένους ωφέλειαν, ή σφαλέντα της υποθέσεως, τοις γουν εζηλεκώσι τα ευ έχοντα παραπλήσιως επαινεθήσεσθαι, δια τοι ταύτα παρά πάσι ψήφος ηνέχθη μηδενί σε δείν των πρωτείων αμφισβητούντι παραχωρείν επί πάλλει χαρακτήρων και των όσα γε εις την τέχνην ήκει πάσης ανωτέρα μικρολογίας ευπορία.
Των μεν τοίνυν φιλολόγων άλλος άλλο τι των σων επαινείτω, πάντως δε αρκέσεις γλώσσαις πολλαίς μεριζόμενος, εγώ δε προς μεν το σεμνύνειν τα σα, ουκ αν εμαυτόν καθείην, ουκ αγνοών κρείττω τε είναι η κατά λόγου δύναμιν ημετέρου τον ευφημούμενον και γραφίδος ουκ επιστολιμαίας άλλ’ εναγώνιου δεόμενον. Α δε και συνοίσειν λεχθέντα, εγώ τε και παρά τάλλα θαυμάσας έχω, ταύτα ευπειν ουδέ κατοκνήσω. Ίνα γαρ μηδείς εκείνο κωμωδείν έχη, ως άρα συ τουλλιπές της διορθώσεως επενόησας ευπρεπέστατα θεραπεύειν κομμωθέντων υπερφυεί πολυτέλεια των βιβλίων εις νόθου κάλλους επίδειξιν, αλλ’ ή τούργον εξ άπαντος ανεπίληπτον, οικειότατα σεαυτώ προσηγάγου τον Ζαχαρίαν, άτε δη φύσεως τε δυνάμει και μελέτης ασκήσει συχνή τα περί την τέχνην είπερ τις άλλος εξακριβώσαντα, καλώς ποιών. Oύτος γαρ λαμπρόν οίκοθεν όντα, λαμπρότερον εργάζεται τη συνεργία, πάντως δε ουδέν θαυμαστόν όπου γε ουδ’ Ηρακλής εκείνος ο μέγας ουκ αν εγεγόνει τοσούτος, ει μη αδελφιδούν ηυτύχει συμπονούντα και συναγωνιζόμενον. Έν μεν είρηται μοι των σων παρ’ εμοί θαυμαστοτάτων, είδον δε ότι πολλά και παντοδαπά βιβλία δημοσία τοις πάσι προθείναι διεγνωκώς, κανταύθα την αταξίαν απέφυγες. Oυ γαρ από των θεωρητικών και των επ’ αυτή των επιστημών τη ακροπόλει κατήρξω, αλλά των παρά την πύλην αυτήν μυσταγωγούντων τας των είτε αμαθών ειτ’ οψιμαθών διανοίας, και ταύταις, επειδάν ικανώς έξωσι των προπαιδευμάτων, ήδη τοις αρίστοις ομιλείν ποιηταίς και πρόσω χωρείν ασφαλώς ως μεμνημένοις επιτρεπόντων, και τας βίβλους ανελίττειν είθ’ υποδιδασκάλους είτε και μη. O γαρ εν τούτο κεκλιμένος είτε κέρας Αμάλθειας αυτό καλείν παντοίοις καρποίς υπερβρύον, είτε κηρίον, είτε κήπους Αδώνιδος βούλειο, την επιτομωτάτην εβάδισε. Πάσαν γαρ έχειν εν εαυτώ την Ελλάδα νομιζέτω και μηκέτι πόρσιον άλλο παπταινέτω, είποι αν η Θηβαία λύρα. Ή γαρ ουδεμία περίεστιν ή κωμιδή ολίγαι των παρά ποιηταίς τραχειών και σκληρών λέξεων, ας ετυμολογικώτερον ουκ αναπτύσσει και σαφηνίζει, ου δυσεύρετους, αλλά το εφεξής των στοιχείων τα ζητούμενα τοις διεξιούσι ραδίως εποριζόμενον ώστε μηδένα τω συνεχεί και ομοιοτρόπω της αναγνώσεως αποκναίειν, αλλά ποτέ μεν μύθοις ποτέ δε ιστορίαις ου κατημαξευμέναις, αλλά σπανίως εθρισκομέναις εκ παραδρομής τον μετιόντα διαναπαύειν. Και μην διορθώσεως εντελούς αυτό τετυχηκέναι νομίζω είπερ εγώ Ζαχαρίου το φιλόπονον οίδα.
Ει δε μικρ’ άττα τινές εκφαυλίσουσι παραθρέξαντά που, τούτ’ εκείνο μηδέν αάπανέρη, μηδέ διστάσης, του πονηρού κόμματος ούτοι, αγνώμονες άνθρωποι, αυτόχρημα θιασώται του Μόμου και μιμηταί. Oς γε τα μεν αλλά της Αφροδίτης ουκ είχε κατηγορείν, εν δε μόνον αποστέργειν έλεγεν το ότι τρύζον αυτής το σανδάλιον οχληρόν αν είη τοις απαντώσι τω ψόφω. Αλλά γαρ ως εύχρηστον, ως αναγκαίον, ως ευ μάλα διωρθωμένον είη το βιβλίον, άτοπον ίσως είη πολλά λέγοντα διατρίβειν. Έξεστι γαρ τω βουλομένω την πρώτην σκεψαμένω σελίδα και περί των εφεξής εικαστή βελτίστω γενέσθαι. Πολλών τε ουν άλλων είνεκα και τοιν δυείν τούτοιν ων προσεχώς εμνήσθην, άκουσμα περισπούδαστον εγένου τοις φιλολόγοις, ο μεγίστης εμέ θυμηδίας ενέπλησεν εικότως. Όρος γαρ ούτος εστί φιλίας ως παρ’ εμοί κριτή φιοσοφώτατος, κοινά προκείσθαι πάντα τα των φίλων, ευ τε και ως ετέρως έχοντα. Ποίει τοίνυν παραπλήσια τούτοις, εξ ων σοι μεν έσται κλέος αείμνηστον, εμοί δε μέγα φρονείν τοιούτον φίλον εξέσται. Ει δε δει τι και κατά τον σοφόν προ λυράν άσαι Πίνδαρον ειπείν, χρυσέας υποστήσας ευτυχεί θαλάμω κίονας, επείχθητι και θεητόν πήξαι, τάχιστα μέγαρον.
Ερρώμενος διαβιώης πανοικεί φίλων άριστε.

To ποίημα, ΜΑΡΚOΥ ΜOΥΣOΥΡOΥ ΤOΥ ΚΡΗΤOΣ
Εκ πόθεν αφράστοιο φανείς φύγαδ’ έτραπεν άφνω
Αιετός, οιωνών υψιπέτης αγέλην
Τεθρίππων επιβάς, σέλας ημάλδυνεν ομαίμου
Ήλιος. Η δ’ άστρων, φρούδον έθηκε φάος,
Τως δε χαρακτήρων απαχάσσατο τώνδε τα πρόσθεν
Γράμματα και ρίνης έκγονα και δονάκων

Θηεύμαι γλυφανής πως τις σμίλης κοπίδεσσι
Ξέσσε περιπλέκων όρχατον ώδε, τύπων.
Μεταξύ τόνους γραμμών στήριξεν αάπτους
Ιθυτάτων, φθόγγοις πάντας επικρεμάσας;
Αλλά τι θαυμαίνω Κρητών φρένας ους ποτ’ εφτμαίς
Πατρός Αθηναίη δίδαλα πολλά δάεν;
Κρης γαρ ο τορνεύσας τα δε χαλκία Κρης ο συνείρας
Κρης ο καθ’ εν στίξας Κρης ο μολυβδοχύτης.
Κρης δαπανά Νϊκης ο φερώνυμος αυτός ο κλείων
Κρης τάδε. Κρησίν ο Κρης ήπιος αιγίοχος
Τοιγάρ αμ’ ευχόμεθα. Πέλοι γενετήρα χορηγού
Μη δίχα μαντοσύνης ούνομα παιδί θέμεν
Νικώ δι’ αντιπάλους. Νεύσε Ζεύς· οι γαρ αφ’ ιρής
Ελλάδος Ελλάνων παισί πρέπουσι τύποι.
Το ποίημα του Μαρκου Μουσουρου (Μετάφραση)
“Φανερώνεται από κάπου χωρίς να το περιμένει και διώχνει ξαφνικά ο σταυραετός το σμάρι τα πουλιά· ανεβαίνει πάνω στο τέθριππο άρμα του ο Hλios και ξεθωριάζει τη λάμψη της αδελφής του και σβήνει το φως των αστεριών. Έτσι χάθηκαν και μπρος σ’ αυτούς εδώ τους χαρακτήρες τα γράμματα τα προηγούμενα που τα γεννούσαν οι λίμες και τα καλάμια. Θαυμάζω ποιος μπόρεσε με τα κοπίδια μιας σμίλης κοφτερής να σκαλίσει έτσι αραδιασμένους στη σειρά τους χαρακτήρες αυτούς που μπλέκονται ο ένας με τον άλλον και πώς ανάμεσα στις ολόισιες γραμμές στήριξε ανέγγιχτους. θαρρείς τους τόνους, που τους κρέμασε όλους πάνω από τους φθόγγους. Αλλά γιατί να θαυμάζω το μυαλό των Κρητικών, που κάποτε η Αθηνά, με την εντολή του πατέρα της, τους έμαθε πολλά περίτεχνα έργα; Γιατί Κρητικόs είναι αυτός που τα σκάλισε, Κρητικός κι αυτός που αράδιασε τους χάλκινους τύπους Κρητικός αυτός που τα κέντησε ένα-ένα, Κρητικός αυτός που τα έχυσε στο μολύβι και Κρητικός κάνει τα έξοδα, εκείνος που έχει τ’ όνομα της νίκης. Κρητικός κι αυτός που γράφει τούτο το εγκώμιο. Στους Κρητικούς παραστέκεται ευνοϊκός ο Δίας ο Κρητικός. Γι’ αυτό ας ευχηθούμε όλοι, ο πατέρας του χορηγού να μην έχει βάλει δίχως κάποια δύναμη μαντική τ’ όνομα στο παιδί του, κι έτσι ας νικά τους αντιπάλους του. Συγκατένευσε ο Δίας. Γιατί τούτοι οι τυπογραφικοί χαρακτήρες από την Ελλάδα την ιερή ταιριάζουν στα παιδιά των Ελλήνων”.
…..απ’ουλα τα’αστρα του ουρανου ένα είναι που σου μοιαζη εκεινο που βγαινη την αυγή κι ουλα τα σκοτινιάζει
Ποίημα του Μάρκου Μουσούρου που προτάσσεται στην έκδοση του Μεγάλου Ετυμολογικού (Νεοελληνική απόδοση Λ. Πολίτη, Ποιητ.Ανθ. Β’ Μετά την Άλωση 15ος και 16ος αι., Αθήνα 1975, σσ. 145 -146).

Παυσανία «Ελλάδος Περιήγησις»

Ανάμεσα στους πρώτους αναγνώστες του Παυσανία κεντρική θέση κατέχουν οι Έλληνες λόγιοι της διασποράς, για τους οποίους η Περιήγηση είναι μια πατριδογνωσία, η περιγραφή μιας διπλά «χαμένης πατρίδας» και τους πόθους τους θα συνοψίσει ο Μάρκος Μουσούρος στην editioprincepsτου έργου (Βενετία,  Άλδος  1516, STAIKOS 1998).  Στην αφιερωματική επιστολή του προς τον «αυτόχθονα της πρεσβυτέρας Ελλάδος»  Ιανό Λάσκαρη, ο Μουσούρος περιγράφει την Περιήγηση ως πολυμαθέστατη και εξαντλητική περιγραφή των μυριάδων ευτυχισμένων πόλεων της ελληνικής Αρχαιότητας, που έχουν πλέον ολοκληρωτικά χαθεί: μια περιδιάβαση γεμάτη εξιστορήσεις, μύθους άγνωστα επεισόδια και παραλειπόμενα, που δεν βρίσκει κανείς στις άλλες πηγές.  Τέλος, εύχεται να ελευθερωθεί η Ελλάδα, ώστε να μπορέσουν ανεμπόδιστα «οι φιλομαθείς και φιλοθεάμονες» να περιηγηθούν με αγάπη στην Πελοπόννησο, μιας και οι βάρβαροι  θα έχουν αφανιστεί, και με τον Παυσανία στο χέρι, «ανέσεως χάριν, περιοδεύσουσι τά πάντα κύκλω, τά τε συγγεγραμμένα τιθέντες των ορωμένων εγγύς, μεγάλης εμπλησθήσονται της ηδονής»
Θα χρειαστούν εκατόν πενήντα χρόνια για να επιχειρήσουν «οι φιλομαθείς και οι φιλοθεάμονες» περιηγητές να αντιπαραβάλλουν το κείμενο με την πραγματικότητα των τόπων, έτσι όπως τους οραματίσθηκε ο Μουσούρος στα 1516.Στο διάστημα αυτό η Περιήγηση θα κυριαρχήσει και γύρω της θα συγκεντρωθεί το νεότερο οικοδόμημα της ελληνικής αρχαιοδιφίας. Τόσο οι πανοραμικές συνθετικές εργασίες (MOMIGLIANO 1992, HASKEL 1993, SCHNAPP 1993) όσο και οι μελέτες γύρω από την αρχαιοδιφική πρόσληψη της Ελλάδας (WEISS 1969, STONEMANB 1987, ETIENNE-ETIENNE1995, SHANKS 1995) παρακάμπτουν την κρίσιμη και αποφασιστική αυτή φάση της ιστορίας των ελληνικών σπουδών.
Ωστόσο η Περιήγηση εντυπωσίασε τους ουμανιστές, καθώς πρότεινε μια ζωντανή εικόνα, αυθεντική και αναλυτική, του αρχαίου ελληνικού πολιτισμού, γεγονός το οποίο μαρτυρούν οι ποίκιλες επεξεργασίες που ενέπνευσε, οι πυκνές διαδοχικές εκδόσεις και επανεκδόσεις στο πρωτότυπο (MUSURUS 1516).
Το γεγονός ότι ο Παυσανίας αποτελεί τον άξονα γύρω από τον οποίο αναπτύσσονται οι ελληνικές αρχαιοδιφικές σπουδές σχετίζεται με την καθυστέρηση των αρχαιοδιφικών αυτοψιών στην Ελλάδα.  Πράγματι, η οθωμανική κατάκτηση διέκοψε τις αρχαιοδιφικές αυτοψίες που εγκαινίασαν στις αρχές του 15ου αιώνα ο Christoforo Buondelmonti και ο Cyriano d’ Ancona, οι οποίοι αγνοούσαν το έργο του Παυσανία (COLIN 1981: 464).  Ελάχιστοι είναι οι λόγιοι που θα επιχειρήσουν να επισκεφτούν την ελληνική ενδοχώρα κατά τον 15ο και 16οαιώνα-οι περισσότεροι στο πλαίσιο επισήμων αποστολών- και περιορίζουν τις επισκέψεις τους στα κέντρα της Αυτοκρατορίας ή στα παράκτια και νησιωτικά προπύργια της λατινικής παρουσίας στην ελληνική Ανατολή (YERASIMOS 1991: 12, VINGOPOULOU 2004).  Παράλληλα, παγιώνεται στις αντιλήψεις η πεποίθηση ότι η οθωμανική κατάκτηση επέφερε την ολοκληρωτική καταστροφή των ελληνικών πόλεων (SPENCER  1954-25), ευρύτατα διαδεδομένος κοινός τόπος που αποτυπώνεται και στην εισαγωγή της editioprincepsτου Παυσανία από τον Μάρκο Μουσούρο:  Στην Περιήγηση παρουσιάζονται «πόλεις ευδαίμονες, ων ουδέ τά ερείπιανυν λείπεται».
Έτσι για διακόσα πενήντα χρόνια ο Παυσανίας συντηρεί τις ελληνικές αρχαιοδιφικές σπουδές.  Η νεότερο εικόνα της αρχαίας Ελλάδας καλλιεργείται και καρποφορεί στα σπουδαστήρια των ελληνικών αρχαιοδιφών στην Ιταλία, στην Ελβετία, στην Γαλλία ή την Φλάνδρα, μέσα από την κριτική ανάγνωση του Παυσανία και άλλων αρχαίων πηγών.  Το σύνολο των προτάσεων που εμπνέει το αρχαίο έργο συγκροτεί την ελληνική συνιστώσα στην «Ευρώπη των αρχαιοδιφών», όπως εύκολα χαρακτήρισε ο Alain Schnapp (1993: 143-144)  τη γενικευμένη μορφή των ουμανιστών της ύστερης Αναγέννησης προς την ιστορία του πολιτισμού σε περιφερειακό επίπεδο.
Ο μεγάλος αριθμός των αντιγράφων της περιήγησης αποτελεί δείκτη της ευρείας κυκλοφορίας του έργου κατά τον 15ο  και τον 16ο αιώνα, την εποχή δηλαδή που αναπτύσσεται ο Ουμανισμός.

Η πρώτη έκδοση του Παυσανία «Ελλάδος Περιήγησις»

            Η πρώτη έκδοση του μοναδικού έργου του Παυσανία, που έφτασε ως τις μέρες μας με τον τίτλο Ελλάδος Περιήγησις, κυκλοφόρησε από το τυπογραφείο του Άλδου Μανούτιου στην Βενετία το1516, δηλαδή δύο χρόνια μετά τον θάνατο του Άλδου, μια εποχή που το εργαστήρι του είχε περάσει στα χέρια του πεθερού του Andrea d’ Asola.  Την εκδοτική επιμέλεια είχε αναλάβει ο πιο σημαντικός συνεργάτης του Άλδου και σπουδαιότερος Έλληνας φιλόλογος της Αναγέννησης, ο Μάρκος Μουσούρος, κάτοχος της έδρας των ελληνικών στη Βενετία (GEANACOPLOS1962: 111 – 162). Στις 6 Φεβρουαρίου του 1514 ο Άλδος αφήνει την τελευταία του πνοή στη Βενετία και ο Μουσούρος, έναν περίπου χρόνο αργότερα (1515), θα εκδόσει την ελληνική γραμματική που είχε συντάξει ο Άλδος με τον τίτλο GrammaticaeInstitutionesGraecae.  Τέλος γίνεται αναφορά στην αξιοπιστία της έκδοσης χάρη στην συμβολή του Μουσούρου, που πρόσφατα είχε μετοικήσει στην Βενετία και αντιπροσωπεύει κόσμημα των «ηρωικών γραμμάτων» των Αρχαίων συγγραφέων της Ελλάδας.
Ο Μουσούρος στον ελληνικό πρόλογό του αναφέρεται επιγραμματικά σχεδόν στον Παυσανία, εκθειάζει την πολυμάθειά του και τον πλούτο των πληροφοριών και αφηγήσεων του από την περιγραφή του οδοιπορικού του στην Αττική και στην Πελοπόννησο. Ταυτόχρονα ο πρόλογος ατός είναι ένας ύμνος προς τον Λάσκαρη και το νέο πνεύμα των καιρών. Είναι γραμμένος σε ιδιαίτερα εμπνευσμένο ύφος και αναφέρεται στα επιτεύγματα των σύγχρονών του, ενώ καυτηριάζει την στείρα προσήλωση στην Αρχαιότητα που χαρακτηρίζει ορισμένους.
Το σημείωμά του ανοίγει με μια απορία: «Γιατί πολλοί θεωρούν ότι η φύση στάθηκε ως φιλόστοργη μητέρα προς τους αρχαίους και ως κακότροπη μητριά προς εμάς;  Άδικο δεν είναι και ανακριβές να υποστηρίζουν ότι οι επιστήμες και οι τέχνες έφτασαν στο ανώτερο επίπεδο κατά τους παλαιούς καιρούς και ότι σήμερα μαραίνονται και περιφρονημένες οδεύουν προς την κατάπτωση;» και αφού αναφέρεται στην εξέλιξη των πολεμικών και πολιορκητικών μηχανών, κάνει λόγο για την εφεύρεση της τυπογραφίας, η οποία επιτρέπει τον πολλαπλασιασμό των αντιγράφων, παρομοιάζοντας την με γόνιμο καρπό του δέντρου από το οποίο γεννιούνται αμέτρητες παραφυάδες: «Πολυτιμότερο αγαθό για το γένος τον ανθρώπων δεν θα μπορούσαν να ανακαλύψουν οι θεοί, μια και όλοι γνωρίζουμε ότι τα βιβλία δεν είναι τίποτα άλλο παρά αποθήκες της γνώσης και της γνώσης».
Ακολούθως ο Μουσούρος  εκθειάζει τον άντρα που επινόησε την θεϊκή αυτή τέχνη της τυπογραφίας και εξαίρει την δυνατότητα που έδωσαν τα προϊόντα της, με τον πολλαπλασιασμό των συγγραμμάτων, για να συσταθούν αυτοτελείς βιβλιοθήκες, προσιτές σε κάθε πεπαιδευμένο.  Προβάλλει την συμβολή του Δημητρίου Χαλκοκονδύλη και του Λάσκαρη στην αναπαραγωγή εκατοντάδων αντιτύπων με έργα τον Όμηρο του Λουκιανού και του Απολλωνίου, όπως και επιγραμματικών ποιητών, υπαινισσόμενος προφανώς τη μνημειώδη έκδοση των Επιγραμμάτων του Μαξίμου Πλανούδη, που τυπώθηκε στην Φλωρεντία το 1494 με την επιμέλεια του Λάσκαρη.  Θεωρεί το επίτευγμά τους φάρο φωτεινό και σημείο αναφοράς για το πολυδιαβασμένο Άλδο, που ξεπερνώντας κάθε δυσκολία ακολούθησε τα βήματα τους στον εκδοτικό στίβο και απαράμιλλα ευεργετήματα για όσους διψούσαν για παιδεία.  Έφερε πράγματι πρώτος αυτός στο φως ποιητικά και ρητορικά κείμενα και τα σωζόμενα έργα του Αριστοτέλη και του Πλάτωνα.
Ο Λάσκαρης εμφανίζεται εδώ ως προστάτης των απανταχού Ελλήνων που βρίσκουν καταφύγιο στη Δύση, υποκαθιστώντας έτσι το ρόλο που έπαιζε ο καρδινάλιος Βησαρίων ωσότου κλείσει τα μάτια του το 1472 (KNOS 1945).  Ο Λάσκαρης την εποχή εκείνη ήταν στη Ρώμη και εκτός των άλλων τον απασχολούσε η λειτουργία του Ελληνικού Κολλεγίου που είχε ιδρύσει χάριν του ελληνολάτρη πάπα Λέοντα Ι’ στον Κυρινάλιο λόφο και όπου φοιτούσαν σπουδαστές προερχόμενοι από διάφορα μέρη του ελληνικού χώρου (FANELLI 1951, SALADIN 2000: 101-122).  Την ίδια μάλιστα χρονιά που κυκλοφόρησε ο Παυσανίας (1516), ο Μουσούρος εγκατέλειψε το αλδινό τυπογραφείο στην Βενετία και ήρθε στη Ρώμη –για να διδάξει ελληνικά στο Κολλέγιο– όπου άλλωστε πέθανε τη χρονιά εκείνη.
Στην συνέχεια ο Μουσούρος προχωρά στο εγκώμιο του Λάσκαρη: «Εσύ γρηγορείς για την σωτηρία των Ελλήνων, εσύ προσεγγίζεις βασιλείς και αυτοκράτορες, εκλιπαρώντας τους να απαλλάξουν τους Έλληνες από την πικρότατη δουλεία, εσύ μόνο μέρα και νύχτα αυτό σκέφτεσαι, περιφρονώντας κινδύνους και το θάνατο ακόμη.  Στην πολυπόθητη ελευθερία των Ελλήνων αποβλέπει η πολιτεία σου και προς τα εκεί προσβλέπει η εξαίρετη φύση σου με όλη τη δύναμη της ψυχής σου.  Εσύ είσαι αυτός που διατυμπανίζει πως είναι ντροπή ηγεμόνες και βασιλείς της Ευρώπης, στο όνομα της Χριστιανοσύνης να πολεμούν μεταξύ τους για τοπικές διεκδικήσεις και να αφήνουν τους άθεους να καρπώνονται χωριά, πόλεις και κράτη της Ανατολής κατοικούμενα από ομόθρησκους.  Εσύ κοιτάζεις και σώζεις την Ελλάδα αλλά και τον κάθε Έλληνα: όποιος άπορος επιθυμεί να σπουδάσει και βιβλία αδυνατεί να προμηθευτεί, βρίσκει κοντά του πατρική στοργή και γενναιοδωρία περίσσια.  Ναι, έτσι όλοι λένε, ότι η Θύρα του οίκου σου είναι πάντα ανοιχτή και κανένας Έλληνας δεν φεύγει από το σπίτι σου χωρίς δώρο.  Τολμώ να πω, Λάσκαρη, ότι η συμπεριφορά σου απέναντι στους Έλληνες ξεπερνά τα όρια της «καλοκαγαθίας», τρανό παράδειγμα η πρωτοβουλία σου να φέρεις από την Κρήτη την Κέρκυρα και από παραθαλάσσιες περιοχές της Πελοποννήσου νέους που σπουδάζουν στην Ρώμη, χωρίς τίποτα να τους λείπει, και με την χορηγία του μέγιστου αρχιερέα της Ρώμης Λέοντα Ι’»
Ο Μουσούρος συνεχίζοντας το εγκώμιο μιλάει για τα μελλούμενα, για όσους ευεργετήθηκαν από το Λάσκαρη, που θα συνθέσουν έμμετρους στίχους και γραφές καταλογάδην για να διακηρύξουν την λαμπρότητα του γένους, για το οποίο τόσο περηφανεύεται.  «Θα υμνήσουν την αρετή των προγόνων σου, το σεβαστόν των Ελλήνων αυτοκρατόρων και θα σε αποκαλούν πατέρα των λόγων και ανακαινιστή της ελληνίδας Ιπποκρίνης.  Γιατί, πράγματι, εσύ έσωσες την παραμελημένη από τους Έλληνες ποιητική μούσα, που μετά από τόσα χρόνια την έκανες ικανή να ψάλει και πάλι.  Δεν θα σιωπήσουν όμως οι υμνητές σου και για τις άλλες αρετές που διαθέτεις γιατί πέρα από τις επιδόσεις σου στο χώρο του βιβλίου, η σύνεση και η σοφία σου αναγνωρίζεται από ηγεμόνες και βασιλείς, που σου εμπιστεύονται εθνικές υποθέσεις να διαχειριστείς.  Όλοι, τέλος, θα θαυμάσουν το ανεξίκακο και άλλοτε εχέμυθο και μυστηριώδες, βραχύλογο και μακάριο, εύστοχο και επίκαιρο ύφος του λόγου σου, που πολλά και με λίγες λέξεις φανερώνει.  Το διακριτικό είναι αυτό που κάνει όλους όσους σε γνώρισαν να μην επιβουλεύονται κατά κανένα τρόπο το ιερό πρόσωπό σου. Και εμείς, όσοι δεν διαθέτουμε και δεν μπορούμε να αγγίξουμε την σπουδαιότητα του λόγου σου, καθώς ο νους μας δεν τολμά να αντικρίσει την λαμπρή σαν την αγνή δόξα του μεγάλου Λασκάρεως, γονοκλινείς θα προσευχηθούμε στο Θεό, που βλέπει και τα πάντα κυβερνά, να λυπηθεί την ανείπωτη πανωλεθρία των Ελλήνων.  Αυτών που παλαιότερα κατάφεραν με την προαγωγή τεχνών και επιστημών, όπως και με το πολίτευμα τους, να εκπαιδεύσουν, ακόμη και στις αποικίες τους ως τα πέρατα του κόσμου, να μορφώσουν, να εξημερώσουν και να κοσμήσουν το ανθρώπινο γένος.  Σήμερα όμως, για κακή τύχη, ούτε τα αυτοκρατορικά σκήπτρα κρατούν, ούτε πατρίδα (αλίμονο!) έχουν.  Ας είστε υγιείς, ο Ιεράρχης Λέοντας και εσύ Λάσκαρη, γιατί αν θελήσετε, θα επιτύχετε να ελευθερωθεί η Ελλάδα κα τότε οι φιλομαθείς και οι φιλοθεάμονες νέοι θα επισκεφτούν άφοβα την Πελοπόννησο, με τον Παυσανία ανά χείρας, και με απόλαυση θα περιηγηθούν παντού με αρχηγό τον αρχαίο περιηγητή.  Να είσαι ευτυχής».
Ο πατριωτικός αυτός πρόλογος του Μουσούρου προς τον Λάσκαρη σηματοδοτεί το τέλος μιας εποχής και πιο συγκεκριμένα της συμβολής των Ελλήνων φιλόλογων στη επεξεργασία και έκδοση μεγάλων έργων των κλασσικών.  Ο ερχομός του Μουσούρου στην Ρώμη αποσκοπούσε στην αναζωογόνηση των ελληνικών γραμμάτων, με την θερμή υποστήριξη του πάπα Λέοντα Ι’, δηλαδή του Ιωάννη των Μεδίκων, μαθητή του Λάσκαρη, που επεδίωκε να ιδρύσει στην Ρώμη κάτι ανάλογο με την Νέα Ακαδημία του Άλδου και να αφαιρέσει έτσι τα πρωτεία της Βενετίας, στον εκδοτικό κόσμο του ελληνικού βιβλίου.  Αυτός άλλωστε είναι ο λόγος που εγκατέλειψε τη Βενετία ο Ιωάννης Καλλιέργης και ως δάσκαλος αρχικά στο Ελληνικό Κολλέγιο συγκρότησε στη συνέχεια δικό του τυπογραφείο σε συνεργασία του Cornelio Benigni, και ανταγωνίστηκε τους κληρονόμους του Άλδου (LAYTON 1994: 318-333). Ο Μουσούρος δεν θα υποστήριζε μόνο το διδακτικό πρόγραμμα του Κολλεγίου, αλλά και το εκδοτικό που είχε κατά νου ο Λάσκαρης να ενεργοποιήσει, όπως διαφαίνεται από τα βιβλία που εξέδωσε από το τυπογραφείο του Κολλεγίου, που είχαν όλα διδακτικό χαρακτήρα: Σχόλια στην Ομήρου Ιλιάδα,, Λόγοι του Ισοκράτους, Σχόλια στις τραγωδίες του Σοφοκλή, Αποφεύγματα Ελλήνων Φιλοσόφων και άλλα, που τυπώθηκαν από το 1517 και μετά.
Η έκδοση του Παυσανία, όπως και ο πρόλογος του Μουσούρου, έχουν έτσι ένα αθέλητο εμβληματικό χαρακτήρα, καθώς αντιπροσωπεύουν το τελευταίο εκδοτικό του πόνημα.  Κανένας άλλος πρόλογος του δεν θα κοσμήσει έκτοτε ελληνικό βιβλίο και όσοι από τους μεγάλους Έλληνες φιλολόγους συνέχιζαν το εκδοτικό τους έργο μετά τον θάνατό του προσανατόλιζαν το πρόγραμμα τους σε βιβλία που υποστήριζαν τις πνευματικές ανάγκες του νέου ελληνισμού.  Οι ελληνικές εκδόσεις θα απευθύνονται πλέον όχι προς το κοινό των ουμανιστών, αλλά προς το ελληνικό, καθώς σταδιακά επικρατεί η έκδοση θρησκευτικών και λειτουργικών βιβλίων.  Ο Λάσκαρης εκτός από τα έργα που επιμελήθηκε στο τυπογραφείο του Κολλεγίου σε συνεργασία με τον Αρσένιο Αποστόλη, δεν εξέδωσε άλλα ελληνικά βιβλία ως το θάνατο του το 1534.  Ο Δημήτριος Δούκας, συνεργάτης του Άλδου και στη συνέχεια πρωτεργάτης του ελληνικού βιβλίου στο πανεπιστήμιο της Αλκαλά στην Ισπανία, θα προχωρήσει στην έκδοση ενός λειτουργικού βιβλίου, με τις Λειτουργίες του Ιωάννη του Χρυσοστόμου (Ρώμη, 1523).  Μόνο ο Ζαχαρίας Καλλιέργης θα συμπεριλάβει στο εκδοτικό του πρόγραμμα δύο βιβλία στο ουμανιστικό κοινό: την πρώτη έκδοση με σχόλια στις Ωδέςτου Πινδάρου (1515) και το Μέγα Λεξικό του Βαρίνου Φαβορίνου (1523), ενώ όλα τα υπόλοιπα εκδοτικά του εγχειρήματα στόχευαν μάλλον στο μαθητευόμενο ελληνικό και σε ένα στενό ουμανιστικό κύκλο της Ρώμης, οπωσδήποτε ιδιαίτερα ολιγάριθμο.
Ο Μουσούρος αισθάνεται ότι με τον θάνατο του Άλδου χάνεται ένας σημαντικός συνδετικός κρίκος μεταξύ του ουμανιστικού κοινού στη Δύση και του ελληνικού στοιχείου.  Μόνο ο Λάσκαρης έχει απομείνει, που διέθετε το κύρος και τις διεθνής σχέσεις και τις επαφές, για να υποστηρίξει το όραμα της απελευθέρωσης ενός, μικρού έστω, τμήματος της πάλαι ποτέ κραταιάς Βυζαντινής Αυτοκρατορίας. Αυτός μόνο συμβολίζει και εκπροσωπεί το αυτοκρατορικό βυζαντινό μεγαλείο, και όπως ο Παυσανίας περιηγείται και διασώζει αξιομνημόνευτα και αξιοθαύμαστα μνημεία της Αττικής και της Πελοποννήσου, έτσι και ο Λάσκαρης διασώζει τα μνημεία της κλασσικής γραμματείας: τα καταγράφει, τα εκδίδει, τα σχολιάζει και μέσω της τυπογραφίας διαδίδει τα γραπτά έργα των αρχαίων.  Οι φιλομαθείς των καιρών του δεν θα έχουν την ευκαιρία με τον Παυσανία ανά χείρας να ακολουθήσουν τα βήματά του, θα αρκεστούν στις περιγραφές και τις αναπαραστάσεις του.  Ο Μουσούρος από την άλλη πλευρά, θα ολοκληρώσει την περιήγησή του στον εκδοτικό κόσμο υμνώντας τον Λάσκαρη ως την έσχατη ελπίδα του ελληνισμού στη Δύση.  Θα σηματοδοτήσει την αλλαγή προσανατολισμού των Ελλήνων προς μια πραγματικότητα που είχε πλέον εδραιωθεί.  Έκτοτε οι Έλληνες θα στραφούν στην διατήρηση συνοχής του γένους με την καλλιέργεια της γλώσσας και των ιερών γραμμάτων και θα την υποστηρίξουν μέσω του θρησκευτικού και λειτουργικού βιβλίου.  Οράματα παλινόρθωσης της ελληνικής χριστιανικής αυτοκρατορίας δεν χωρούν πια.  Ο Παυσανίας δίνει το στίγμα: περιγράφει ένα κόσμο που έχει ολοκληρώσει τον κύκλο του, και ο Μουσούρος από το πρόλογό του θρηνεί μια αυτοκρατορία που δεν αναβιώνει ποτέ.

Οι γερμανικές εκδόσεις του G. Xylander και του J. Kuhn

Ένα από τα αποτελέσματα της Συνόδου του Τριδέντου (1545-1563) είναι η ανάσχεση στην καθολική Ευρώπη των ελληνικών σπουδών και των ελληνικών εκδόσεων.  Στα μέσα του 16ου αιώνα, οι εκδόσεις καθολικών κειμένων αναφέρονται από την Ιταλία στις γερμανόφωνες χώρες.  Οι ελληνιστές των Πανεπιστημίων της Χαϊδελβέργης, της Βασιλείας και της Φρανκφούρτης επιμελούνται κείμενα, διορθώνουν δοκίμια, σχολιάζουν και υπομνηματίζουν.
Η πρώτη γερμανική έκδοση του Παυσανία δημοσιεύεται το 1583 στην Φρανκφούρτη και επανεκδίδεται στο Ανόβερο στα 1613.  Τη χρωστάμε στον William Holtzmann, οποίος εξελλήνισε το όνομα του σε  Xylander (Ξύλανδρος).  Καθηγητής των ελληνικών στην Χαϊδελβέργη, ο Xylander εξέδωσε βιβλία του Πλουτάρχου, του στράβωνα, του Δίωνα και του Ευκλείδη. Ο Xylander (1532-1576) εξέδωσε τα πέντε πρώτα βιβλία του Παυσανία και την έκδοση ολοκλήρωσε ο Friedrich Sylburg (1583), λόγιος ταπεινής καταγωγής, εξαίρετος φιλόλογος και εκδότης.  Η έκδοση περιλαμβάνει την λατινική εκδοχή του Amaseo και την ελληνική του Μουσούρου, την οποία συχνά διορθώνουν.
ΕΠΙΔΡΑΣΗ ΣΤΗΝ ΕΔΑΦΙΚΗ ΦΥΣΙΟΓΝΩΜΙΑ ΤΟΥ ΕΛΕΥΘΕΡΟΥ ΕΛΛΗΝΙΚΟΥ ΚΡΑΤΟΥΣ
Σελις 176

Η απήχηση της «Περιήγησις», 16ος – 17ος αιώνας

Ο 16ος και ο 17ος αιώνας είναι τα χρόνια της λαμπρής κυριαρχίας της Περιήγησις.  Πολλαπλές εκδόσεις και επανεκδόσεις επιβάλλουν το έργο ως αυθεντικό πρότυπο αρχαιογνωστικής περιγραφής και οδηγούν, παράλληλα, σε ένα θεαματικό εύρος νέος αναγνωσμάτων.  Ήδη στα 1517, ένα χρόνο μετά την κυκλοφορία της editioprinceps ο Stefano Negri, μαθητής του Χαλκοκονδύλη και διάδοχός του στην έδρα των ελληνικών στο Μιλάνο, δημοσίευσε ένα είδος λατινικού reader’s digest  της Περιήγησης, ως παράρτημα των Ηρωικών του Φιλόστρατου.  Πρόκειται για ένα εκκεντρικό όσο και σχολαστικό διάλογο ανάμεσα στον συγγραφέα τον Χαλκοκονδύλη (+1511) και τρεις νεαρούς σπουδαστές των ελληνικών με αντικείμενο τους σπουδαστές του Παυσανία.  Σκοπός του εκτενέστατου αυτού διδακτικού έργου (350 σελίδες σε 8o) είναι να αποδείξει ότι η Περιήγηση είναι ένα πολύτιμο εκπαιδευτικό βοήθημα και ταυτόχρονα ένας πανδέκτης αρχαίας λογιοσύνης.  Η ανάγνωση της μπορεί να φωτίζει ποίκιλα σκοτεινά σημεία της ελληνικής μυθολογίας, ιστορίας και τοπογραφίας και να τα παρουσιάσει εύληπτα, υπό την μορφή εκπαιδευτικού ταξιδιού.  Η έκδοση περιλαμβάνει και εκτενέστατο εισαγωγικό ευρετήριο, ένα πρώιμο πλοηγό στο σύνθετο κείμενο του Παυσανία.
***Ο ΠΑΥΣΑΝΙΑΣ ΣΗΜΕΡΑ σελις 194
***πινακες που εγιναν βαση των περιγραφων του παυσανια  σελις 182

 

Βιβλιογραγία: α) Εθνικό Ίδρυμα Ερευνών  β) Γεννάδειος Βιβλιοθήκη, Αμερικάνικη Σχολή Κλασικών Σπουδών ΣΤΑ ΒΗΜΑΤΑ ΤΟΥ ΠΑΥΣΑΝΙΑ 2007

 

ΡιζίτηςΜυσταγωγοίΡιζίτικαετοιμολογίαχοροίΣυνεργαζόμενοι ΣύλλογοιΣημαντικοί ΚρήτεςεκδόσειςΜελετητέςήρωεςΜουσικά όργαναΣλυνδεσμοιΧορηγοίεπικοινωνίαΚρητικά έθιμαΤοπίαΚαταγωγήΕπιστροφή στην αρχική σελίδααναζήτηση
Επιμενίδης.... Μάρκος Μουσούρος Ρουσσέτος Σγουράκης Γιώργος
Έθιμα Σφακίων Κρήτης Κυδώνι
Λεξικό Γιανναράκη 1876 Λεξικό Παπαγρηγοράκη 1956